Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία:
  • μέγεθος γραμματοσειράς
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)


Καλησπέρα σας
Μετά την μηναία…… «αγρανάπαυση» μυαλού, θα με ανεχτείτε και φέτος, αν θέλει ο μεγαλοδύναμος, να σας «βασανίζω» με τα γραφόμενά μου.
Σήμερα, θα ασχοληθώ με ένα ή δύο (αν μπορέσω) γεγονότα της επικαιρότητας, που έχουν ρίζες από πολύ παλιά και μου ξύπνησαν θύμησες. Συγκεκριμένα, το θέμα μου αφορά αυτά που γράφτηκαν για την κατολίσθηση που έγινε στον γύρω της Αρβανιτιάς και είχε σαν αποτέλεσμα, δικαιολογημένα ο Δήμαρχος να κλείσει το δρόμο έως ότου αποκατασταθεί το πρόβλημα. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο.
Ο δρόμος αυτός είναι συνυφασμένος με την ζωή μου, -όπως έχω γράψει σε προηγούμενες αναμνήσεις μου-, λόγω του πάθους που είχε ο πατέρας μου με το εκκλησάκι της «Παναγίτσας». Ας μην ξεχνάμε ο δρόμος αυτός με την μορφή που τον βλέπουμε σήμερα -αμαξωτή οδός- (όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Θεοδόσιου Δημόπουλου, εκδόσεις Δήμου Ναυπλιέων, 2010 το 1936, ως πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου) έγινε από τον πατέρα μου, πάνω στο μονοπάτι που είχε ανοιχτεί επί Επισκόπου Νικάνδρου.
Έκανα όλη αυτή την εισαγωγή για να δείξω το ενδιαφέρον που έχω για την λειτουργία αυτού του δρόμου. Θα ήθελα να ενώσω και εγώ τη φωνή μου, με τους συμμετέχοντες, -άτομα και παρατάξεις- και να παρακαλέσουμε, θερμότατα τον κ. Δήμαρχο, όπως επισπεύσει όσο το δυνατόν συντομότερα την αποκατάσταση του δρόμου, ώστε να αποδοθεί όχι μόνο στους Ναυπλιώτες, αλλά και σε όλους τους επισκέπτες, της όμορφης πόλης μας. Πιστεύω, ότι κάτι τέτοιο είναι επιθυμία όχι μόνο από τους ζώντες αλλά και από τους τεθνεώντες, που θα τρίζουν τα κόκαλά τους από την στεναχώρια τους (πατέρας μου, Μπεγιάζης, Γκουρβέλος και άλλοι που δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή).

Τώρα, που μου περίσσεψε χρόνος θα σας γράψω το δεύτερο γεγονός, που αφορά τις δυνατές ζέστες του καλοκαιριού.
Τους θερινούς μήνες, η μετεωρολογική υπηρεσία, μας είχε τρελάνει κάθε τόσο και λιγάκι με βαρύγδουπες ανακοινώσεις, περί επικείμενου καύσωνα. Συνιστούσε να λάβουμε μέτρα αντιμετώπισης κ.α. Οι έκτακτες ανακοινώσεις διαδέχονταν η μία την άλλη. Περιττό να πω ότι όλες αυτές, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους ήταν υπερβολές. Τουλάχιστον εδώ στο Ναύπλιο που ζω, μόνο τρομερούς καύσωνες δεν είδαμε, αλλά και στην Αθήνα που απευθύνονταν, πλέον ο κόσμος είχε τα κατάλληλα «εργαλεία» (air condition, κλιματισμός, ανεμιστήρες κ.α.) και ούτε αυτοί κατάλαβαν κάτι, εκτός από τους δρόμους, αλλά με τα κλιματιζόμενα αυτοκίνητα τώρα πια δεν καταλάβαιναν τίποτα, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται οι ανακοινώσεις με μειδιάματα.
Αυτά μου έφεραν στο μυαλό τον καύσωνα του 1987, τον οποίο έζησα ως κάτοικος Αθηνών τότε (όπου και έμενα για επαγγελματικούς λόγους).
Η Αθήνα τότε, ήταν σε «οργασμό» ανοικοδομήσεως. Ξεφύτρωναν οι πολυκατοικίες ώσπου να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου, χάρη στον περιβόητο νόμο περί «αντιπαροχής» (ελληνική πατέντα), χωρίς σοβαρό πολεοδομικό σχεδιασμό και επίβλεψη. Αποτέλεσμα, αυτό το χάλι που βλέπουμε σήμερα. Η μόνωση, λοιπόν αυτής της άναρχης δόμησης ήταν κάτι τελείως άγνωστο, που αν την έλεγες σου έλεγαν «την τρώνε»; Αποτέλεσμα αυτών, όταν ήρθε ο λίβας του ’87, που κράτησε μια βδομάδα περίπου, τα τσιμεντένια κλουβιά, να απορροφούν την δολοφονική ζέστη και να την εκπέμπουν σε όλη την πόλη που έμοιαζε σαν έναν φούρνο. Τότε το μόνο όπλο που είχαμε εναντίον της ζέστης ήταν οι ανεμιστήρες, (air condition, κλιματισμός κ.α ήταν τελείως άγνωστα για τον κόσμο) οπότε και πουλήθηκαν όλα τα αποθέματα των ανεμιστήρων από τα μαγαζιά εν ριπή οφθαλμού, ακόμα και από τους πάγκους των μικροπωλητών που πουλούσαν κάτι μικρούς ψεύτικους. Οι δε μαγαζάτορες για να αποφύγουν τις ορδές των απελπισμένων Αθηναίων, που έπαιρναν «σβάρνα» τα μαγαζιά είχαν βάλει στις βιτρίνες τους «ΑΝΕΜΙΣΤΗΡΕΣ ΤΕΛΟΣ».
Όλη αυτή η ιστορία, είχε σαν αποτέλεσμα, οι υπερήλικες που ήταν στα σπίτια τους, να πεθάνουν εκεί μέσα. Κατά τις εφημερίδες της εποχής εκείνης οι νεκροί ανέρχονταν από 1.300 έως 1.700, από τις φήμες όμως που κυκλοφορούσαν ξεπέρασαν τις 2.000 άτομα. Αυτή η κατάσταση είχε και τραγελαφικές συνέπειες. Γινόταν συνωστισμός στα γραφεία κηδειών, στα νεκροταφεία –κυρίως στα μεγάλα-, όπου περίμεναν στη σειρά και οι ιερείς έκαναν «υπερωρίες». Οι νεκροθάφτες έκαναν τριπλές βάρδιες, έσκαβαν μικρούς τάφους και όχι με μεγάλο βάθος ώστε να γίνεται ο ενταφιασμός άμεσα, γιατί τότε δεν υπήρχαν και ψυγεία, οπότε με τόση ζέστη έπρεπε να γίνει άμεσα η ταφή. Θυμάμαι συγκεκριμένα στην εταιρεία που συνεργαζόμουν (αλλά και σε άλλες εταιρείες), ήρθαν και κατέσχεσαν ότι αποθέματα είχαμε σε ξηρό πάγο (μια μορφή δυνατού πάγου) για να συντηρήσουν τους νεκρούς, μέχρι την ταφή.

Για αρχή της «νέας σεζόν» θα σταματήσω απόψε εδώ να μην σας κουράσω και θα επανέρθω, με τα γνωστά μας θέματα.

Καληνύχτα σας
Με αγάπη
ΛΟΥΗΣ ΛΑΜΠΡΟΥ

209
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία:

Προσθήκη σχολίου

Σημειώσεις η νομικό περιεχόμενο για την υποβολή σχολίων.