Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Αναμνήσεις ενός χορωδού

  • μέγεθος γραμματοσειράς
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

 

 

Πάντα σε κάθε τόπο υπήρξαν άνθρωποι  που κατόρθωσαν με πολύ κόπο και δουλειά να προσθέσουν  ένα πετραδάκι  πολιτισμού στο ψηφιδωτό της ιστορίας της πόλης τους.

Προσπάθησαν, με όποια μέσα ή γνώσεις είχαν, να πλησιάσουν τους συμπολίτες τους και να τους μεταφυτέψουν τα λίγα στοιχεία που θα συνέβαλαν ώστε να ανεβεί η πολιτιστική ζωή του τόπου τους.

Χρειάζεται σαν καλός και ακούραστος εργάτης να αφοσιωθεί, να τρέξει,  να ιδρώσει, να φωνάξει, να ψάξει και να ψαχθεί, και όλη του τη ζωή να την αφιερώσει για τον σκοπό αυτό, παραμερίζοντας όποια δικιά του κούραση ή προσωπικά οφέλη. Ένας εργάτης που θα πάρει τον πηλό και αφού τον δουλέψει πολύ θα πρέπει να δει στο τέλος «κάτι» καλά φτιαγμένο.

Καλούς εργάτες της τέχνης στην πόλη μας είχαμε. Ποιοί δεν ξέρουν τον Τερζάκη, τον Καρούζο, το Λεκόπουλο ή Αναπλιώτη, τον Κωστούρο και τόσους άλλους παλαιότερους αλλά και πολλούς νεώτερους οι οποίοι κατόρθωσαν άλλος με την πένα του, άλλος με την ζωγραφική του ή με κάθε μορφής τέχνης να ακουστεί τ’ Ανάπλι σε όλη την Ελλάδα.

Κομμάτι από την πίτα της δόξας παίρνει και ο δικός μας.

 Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ.

Ο Βασίλης ο Χαραμής.

Αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας.

Δεν θα αναφερθώ στις γνώσεις ή τα πτυχία του. Θα προσπαθήσω να σας αναλύσω τον Βασίλη τον Χαραμή σαν άνθρωπο και Δάσκαλο.

Η μουσική, όσο γλυκειά και αν είναι , άλλο τόσο είναι και δύσκολη.

Είναι πολύ δύσκολο να προσπαθήσει κάποιος να φυτέψει μέσα στο μυαλό σου, μέσα στο είναι σου, μία νότα.

Πρέπει να ξέρεις , να καταλαβαίνεις, να ακούς το κλασικό «Ντο, ρε μι»,  κάπου να σταματάς όλα τα άλλα, και να χάνεσαι μέσα στην αρμονία. Να ταξιδεύεις μαζί με μουσικούς και το ταξίδι σου να είναι γεμάτο με νότες.

Να ακούς ένα τραγούδι και να το σιγοψιθυρίζεις. Να προσπαθήσεις να πιάσεις ένα ακόρντο, μια συγχορδία στην κιθάρα σου και μαζί με τους φίλους σου κάποια βράδυα να περνάς σε άλλους μουσικούς ορίζοντες. Χαιδεύοντας τα πλήκτρα από το ακκορντεόν σου να δίνεις κέφι και χαρά σε όσους είναι δίπλα σου.

Σε όλους τους ανθρώπους αρέσει το τραγούδι. Δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που δεν έχει τραγουδήσει έστω και για μία φορά. 

Όμως, … κάποιος πρέπει να στα διδάξει όλα αυτά. Να έχει την υπομονή  το πείσμα και το μεράκι να σου δείξει αυτόν τον δύσκολο δρόμο, να σε περπατήσει και να σου μάθει τα μονοπάτια της μουσικής .

Ο Βασίλης ο Χαραμής έλεγε «Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΜΟΥ» και προσπάθησε να μυήσει όλα τα παιδιά που είχε δίπλα του σε αυτήν την λατρεία.

Καθηγητής στο Γυμνάσιο μάς διάλεγε, σχεδόν με το ζόρι γιατί  εμείς θέλαμε να παίζουμε στις αλάνες μπάλα και κλέφτες και αστυνόμους, και μάς πήγαινε στο ιερό, σχεδόν το άβατο, εκεί στο Βουλευτικό που στεγαζόταν το Ωδείο. Άγνωστο στους περισσότερους  το άκουσμα του πιάνου, τρέμαμε να ανοίξουμε το στόμα μας να βγάλουμε ένα φθόγγο.

Και τότε άρχιζε το μαρτύριο. Δυό φορές την εβδομάδα μας άνοιγε με το ζόρι το κεφάλι και μας έβαζε μία-μία νότα μέσα. Και πάλι την άλλη βδομάδα. Και ο καιρός πέρναγε. Και γέμιζε το κεφάλι μας από νότες και αρμονία. Και αρχίσαμε μεγαλώνοντας να βλέπουμε αλλιώς τον κόσμο.                       

Όλοι να τραγουδάμε και γύρω  όλοι να χαίρονται μαζί μας. Στα πάρτυ και στις εκδρομές μας με το σχολείο πάντα θα υπήρχε κάποιος με μια κιθάρα, και μετά το παιγνίδι θα άρχιζε το τραγούδι.

Ο Δάσκαλος μάς έμαθε,  ΑΦΙΛΟΚΕΡΔΩΣ,   να έχουμε τον έλεγχο της φωνής μας και προσπάθησε να  μεταδώσει την δύναμη και την αξία της σωστής χρήσης της.  

Η φωνή μας μέσα από το τραγούδι καθρεπτίζει καθαρά την ψυχή μας, τον χαρακτήρα μας, την πνευματική μας κατάσταση

και την προσωπικότητά μας. Και επιτρέπουμε στην καρδιά μας να εκφράζεται μέσα από τις νότες.

Ήμασταν τα παιδιά του. Η πειθαρχία και η ηθική ήταν οι προτεραιότητές του. Τα αγόρια ξεχωριστά από τα κορίτσια. Άλλη χορωδία το Γυμνάσιο θηλέων , άλλη το αρρένων. Στις συναυλίες που δίναμε με μεικτό σχήμα, αγόρια και κορίτσια μαζί, αν και τραγουδάγαμε τραγούδια αγάπης ,  δεν μπορούσαμε να κοιτάξουμε κατά την μεριά των  κοριτσιών που ήταν κάποια αγαπημένης μας γιατί πάνω από το κεφάλι μας ήταν τα μάτια του.

Αν τα βράδια έβρισκε κάποιον μαθητή του, και μάλιστα χορωδό,  να τριγυρνά στον Μεγάλο δρόμο μετά τις 07.30, επειδή απαγορευόταν η κυκλοφορία των μαθητών του Γυμνασίου, φωτιά που τον είχε κάψει.

Ήταν αυστηρός, ….. γιατί ήταν τελειομανής.

Έπρεπε να καθόμαστε προσοχή όταν δίναμε συναυλία,  δείχνοντας έτσι τον σεβασμό του προς το κοινό που είχε έλθει να παρακολουθήσει την εκδήλωση.

Μόνο η αυστηρή ματιά του που έριχνε σε όποιον στην φιλαρμονική έκανε λάθος έφτανε να μην μπορεί ο μουσικός να συνεχίσει να παίζει το μέρος του.

Όμως, … πόσες χιλιάδες πρωινά της Κυριακής ακούγαμε τα τζάμια των σπιτιών μας να τρίζουν γιατί πέρναγε η μουσική παιανίζοντας.

 Όμως, … πόσες φορές δεν κάτσαμε προσοχή ακούγοντας από την φιλαρμονική του Χαραμή τον Εθνικό Ύμνο σε κάθε πολιτική ή θρησκευτική τελετή.

Πάντα όπου τον καλούσαν ήταν παρών.

Ήταν από τους πρώτους στην Ελλάδα που δημιούργησε φιλαρμονική στις φυλακές της Τίρυνθας και βραβεύτηκε γι’ αυτό. Απάλυνε έτσι τον πόνο και την απομόνωση των κρατουμένων.

Πάντα είχε, με την φιλαρμονική, παρουσία σε ιερές πανηγύρεις, σε εθνικές γιορτές, σε ορκωμοσίες στο ΚΕΜχ , Χριστούγεννα και Νέο Ετος, στην Ανάσταση, τις Απόκριες και το κυριότερο πολλές συναυλίες σε ανοιχτούς χώρους της πόλης μας. Στην παραλία μας, τα καλοκαίρια, χειροκροτούσαν ξένοι και Έλληνες, …στην πλατεία Συντάγματος, …στο Δημαρχείο.

Και αυτός ΕΚΕΙ… Αγέρωχος ,  στητός,   αγέλαστος,  με βήμα, μπροστά από τα παιδιά του, πρώτος στην γραμμή, δεν άφηνε περιθώρια λάθους. Έπρεπε να εκπληρώσει τον σκοπό για τον οποίο τον είχαν καλέσει.

Πρώτος ξεκίναγε τις παρελάσεις και τελευταίος έκλεινε την εκδήλωση.  Και όλοι πολίτες τ’ Αναπλιού, οι περισσότεροι παλιοί χορωδοί,   μαζί, τραγουδάγανε, καθώς η φιλαρμονική πέρναγε, το «Χαίρε Ανάπλι  πατρίδα γλυκειά».

Και η μουσική του ταξίδεψε σε όλα τα σημεία της Ελλάδας. Και πέρα από αυτή. Σε πολλές πόλεις της χώρας αλλά και στο εξωτερικό προσπάθησε και έδωσε ότι καλύτερο είχε να παρουσιάσει σαν Δάσκαλος της χορωδίας και της φιλαρμονικής.

Μην νομίζετε ότι παίρναμε πολλά “μπράβο” από τα χείλη του. Ένα χαμόγελό του, μετά από κάθε συναυλία,  ήταν αρκετό. Ξέραμε ότι τα πήγαμε καλά.

Θυμάμαι όταν τελειώσαμε την συναυλία με ολοκληρωμένο το έργο του Μίκυ Θεοδωράκη το «Άξιον Εστί», όταν… “τόλμησε”  μία μικρή τοπική χορωδία με κέφι να εκτελέσει, μετά από τα πάρα πολλά χειροκροτήματα του κοινού που μας παρακολούθησε, αυτός γέλαγε. Γέλαγε πολύ. Είχε φτάσει μετά από πολλά χρόνια δουλειάς ψηλά. Και αγκάλιασε τα παιδιά του. …Και έκλαιγε. … Έβλεπε το δέντρο που είχε με

κόπο φυτέψει να αποδίδει καρπούς. Και… γελάγαμε και μεις. Μας είχε χαρίσει το γέλιο του. Αυτό μας έφτανε.                                                              

Και την άλλη μέρα … πάλι πρόβα. Άλλα τραγούδια.  Άλλη συναυλία είχε στο μυαλό του. Καλά,… δεν κουραζόταν;;;  Ένα εκκρεμές,  αεικίνητο ρολόι που αντί για τικ τακ αυτό έλεγε νότες.

Από τα πιο παλιά ιδρυτικά μέλη του ιστορικού Προοδευτικού Συλλόγου Ναυπλίου «Ο ΠΑΛΑΜΗΔΗΣ» , και του Παραρτήματος του Ναυπλίου του «ΕΡΥΘΡΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ» πάντα προσέφερε τις υπηρεσίες του.

Πρέπει να τονίσω εδώ ότι ποτέ δεν αρνήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του  όποια και αν ήταν η πολιτική κατάσταση που διοικούσε την πόλη. «Εμάς , μας έλεγε, δεν μας νοιάζει ποιός είναι Δήμαρχος. Εμείς την δουλειά μας».

Και τελειώνοντας τι να πω για την «Μεγάλη Εβδομάδα».

«ΚΥΡΙΕ Η ΕΝ ΠΟΛΛΑΙΣ ΑΜΑΡΤΙΑΙΣ ΠΕΡΙΠΕΣΟΥΣΑ ΓΥΝΗ…..».

 Εμείς οι χορωδοί πρέπει να είχαμε κάνει πολλές αμαρτίες και  μας τιμωρούσε ο Δάσκαλος με τις τόσες πολλές φορές που κάναμε πρόβα για να το μάθουμε σωστά.

Πόσα μάτια δεν έχουν κλάψει, ακούγοντας το μοιρολόι τού

Εσταυρωμένου,  όταν η χορωδία έψελνε το “ΣΗΜΕΡΟΝ ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ”.

Πόσες χιλιάδες προσκυνητές δεν ακολούθησαν τον Επιτάφιο Θρήνο την Μεγάλη Παρασκευή, στα στενάκια και στις ανηφοριές τ’ Αναπλιού, σιγομουρμουρίζοντας  τα εγκώμια και με το κεράκι να τρεμοπαίζει να ψέλνουν το “ΑΙ ΓΕΝΕΑΙ ΠΑΣΑΙ”.

Χιλιάδες φωτογραφίες και  βίντεο.

 Κάθε επισκέπτης έπαιρνε μαζί του φεύγοντας εκτός από το κουραστικό ανέβασμα στο Παλαμήδι,  και την γλυκειά ανάμνηση της Μεγάλης Εβδομάδας.                      

Και ο Δάσκαλος εκεί. Μπροστά από την χορωδία του, μπροστά από την φιλαρμονική.  Μην γίνει κανένα φάλτσο και μας ακούσει κάποιος.

Να δίνει το βήμα και τον τόνο . Να μας μαζεύει δίπλα του.

Να χαίρεται που “τα παιδιά” του ακολουθούσαν τα έθιμα και τις παραδόσεις του τόπου μας, αφήνοντας παρακαταθήκη η οποία συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.

Τελειώνοντας έχω να πω ακόμα δυο λόγια.


“Έφυγε” με την ικανοποίηση ότι  αυτά που μας δίδαξε, τον σεβασμό προς τον συνάνθρωπό μας και την αγάπη για την μουσική, έβγαλαν ρίζες και στέργιωσαν.

“Έφυγε” έχοντας ήσυχη την συνείδησή του ότι μπόρεσε να προσφέρει ένα μικρό λιθαράκι σε αυτό που λέγεται ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ στον τόπο μας.

 Από όλα όσα ανέφερα δικαιολογείται το γιατί ΔΕΝ τον φωνάζαμε “Κύριε καθηγητή “ ή “Μαέστρο”. 

Πάντα τον λέγαμε ΔΑΣΚΑΛΟ...

 

 

                      

 Ανάπλι 2015

335 Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 06 Ιουλίου 2020 16:56

Έκθεση εικόνων