Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ο πρώτος δήμιος του Ναυπλίου

  • μέγεθος γραμματοσειράς
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Του Γιάννη Παγουλάτου

 

 Ο Ποινικός Νόμος του 1834 όριζε ότι οι θανατοποινίτες θα αποκεφαλίζονταν δημόσια οδηγούμενοι στη λαιμητόμο. Επρόκειτο για μια μάλλον μακάβρια καινοτομία της Οθωνικής περιόδου. Οι αρχές παρήγγειλαν από τη Γαλλία μια ολοκαίνουργια λαιμητόμο και ένα δήμιο για να τη χειρίζεται. Η έδρα της θα ήταν το Ναύπλιο αλλά θα μεταφερόταν κάθε φορά που ο μελλοθάνατος έπρεπε να εκτελεστεί σε διαφορετικό τόπο.

Γαλλική λαιμητόμος

Από την πρώτη στιγμή ο κόσμος έδειξε απροκάλυπτα την εχθρότητά του στον δήμιο. Οι πρώτες εκτελέσεις ήταν επεισοδιακές καθώς το συγκεντρωμένο πλήθος αποδοκίμαζε το χειριστή της λαιμητόμου και προσπαθούσε να τον λυντσάρει. Σύντομα ο Γάλλος παραιτήθηκε και γύρισε στην πατρίδα του. Η κυβέρνηση τότε αναζήτησε τον αντικαταστάτη του και τον βρήκε στο πρόσωπο του Χασάν Αρναούτ, ενός Τουρκαλβανού ληστή ο οποίος είχε καταδικαστεί σε θάνατο. Ο νέος δήμιος θα παρείχε τις υπηρεσίες του για οκτώ χρόνια και σαν αντάλλαγμα οι αρχές θα του χάριζαν την ποινή. Το ίδιο ευεργέτημα χορηγήθηκε και σε έναν Αλγερινό θανατοποινίτη, ο οποίος θα εκτελούσε χρέη βοηθού του Χασάν Αρναούτ. Η χρηματική αμοιβή για το χειρισμό της λαιμητόμου δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητη. Ο νέος δήμιος θα πληρωνόταν με 300 δραχμές το μήνα και θα έπαιρνε άλλες 100 για κάθε εκτέλεση. Συγκριτικά αναφέρεται ότι την εποχή εκείνη ο μισθός ενός καθηγητή πανεπιστημίου κυμαινόταν από 250 ως 350 δραχμές, ανάλογα τη βαθμίδα.

Η «καριέρα» του Χασάν Αρναούτ ως δήμιου δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Τα προβλήματα άρχισαν κυριολεκτικά από την ημέρα της ορκωμοσίας του, στις 22 Οκτωβρίου 1834. Αν και μουσουλμάνος, ο Χασάν Αρναούτ έβαλε το χέρι του στο Ευαγγέλιο και ενώπιον του υπουργού Δικαιοσύνης ορκίστηκε υπακοή στους νόμους και το βασιλιά. Στο τέλος μάλιστα έκανε και το σταυρό του! Το γεγονός αυτό εξόργισε πολλούς καθώς θεωρήθηκε ιεροσυλία, προκαλώντας δυσμενείς αντιδράσεις. Μέχρι και το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τα ’βαλε με τον αγράμματο δήμιο και τον υπουργό, επειδή ένας αλλόθρησκος ορκίστηκε χριστιανικά και μάλιστα με την άδεια του επίσημου κράτους.

Τα πράγματα θα χειροτέρευαν λίγο αργότερα για τον Χασάν Αρναούτ, κατά την εκτέλεση τριών ληστών στο Άργος. Οι διαθέσεις του συγκεντρωμένου πλήθους ήταν και σε αυτή την περίπτωση ιδιαίτερα απειλητικές. Ο δήμιος βέβαια είχε αλλάξει, όχι όμως και τα συναισθήματα του λαού απέναντί του. Όντας άπειρος ακόμα στο χειρισμό της λαιμητόμου ο Χασάν Αρναούτ δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει έναν ακαριαίο θάνατο για τους τρεις ληστές, οι οποίοι δεινοπάθησαν μέχρι να ξεψυχήσουν. Οι θεατές ξεσηκώθηκαν αποτροπιασμένοι και άρχισαν να πετάνε πέτρες στο δήμιο και τους χωροφύλακες που τον συνόδευαν. Ακολούθησε σφοδρή συμπλοκή και ο Χασάν Αρναούτ μόλις που γλίτωσε τη ζωή του. Η εχθρική στάση του πλήθους απέναντι στις αρχές οφειλόταν επίσης στη συμπάθεια που ένιωθαν πολλοί για τους ληστές, θεωρώντας τους περισσότερο αντάρτες εναντίον της βαυαρικής εξουσίας παρά κακοποιούς.

Η ζωή του Χασάν Αρναούτ κινδύνευε ανά πάσα στιγμή, όχι μόνο στις εκτελέσεις. Το πρόσωπό του ήταν αναγνωρίσιμο, αφού οι δήμιοι στην Ελλάδα δεν φορούσαν κουκούλες ή μάσκες κι έτσι θα μπορούσε να τον δολοφονήσει οποιοσδήποτε. Η κυβέρνηση προβληματιζόταν καθώς δεν ήταν διατεθειμένη να αναζητά κάθε λίγο και λιγάκι νέους χειριστές λαιμητόμου. Η λύση βρέθηκε τελικά στο φρούριο της νησίδας Μπούρτζι, στον Αργολικό κόλπο. Στο εξής αυτός θα ήταν ο τόπος κατοικίας των δημίων. Από εκεί θα εξέρχονταν μόνο για τις εκτελέσεις, ζώντας απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο.

Μετά από αυτή τη «μετακόμιση» η ζωή κύλησε ομαλά για τον δήμιο. Όταν έληξε η οκταετής θητεία του ο Χασάν Αρναούτ και ο Αλγερινός βοηθός του έφυγαν από το Ναύπλιο. Παρέμεναν όμως δέσμιοι του παρελθόντος τους. Λίγες μέρες αργότερα, σε μια απόμερη παραλία, βρέθηκαν τα κατακρεουργημένα πτώματά τους. Το έγκλημα είχε σίγουρα σχέση με την ιδιότητά τους, καθώς δεν έλειπε ούτε μία δραχμή από τα χρήματα που είχαν επάνω τους.

*Χρησιμοποιήθηκε υλικό από το βιβλίο του Βασίλη Ι. Τζανακάρη «Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν», Εκδόσεις Καστανιώτη, 2002.

Πρόσθετες Πληροφορίες

320 Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 27 Ιουλίου 2020 13:02