Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ναύπλιο, ο Πλάτανος της Πλατείας (γράφει ο Χρήστος Πιτερός)

  • μέγεθος γραμματοσειράς
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Πρόσφατα ανακοινώθηκε από το Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας ότι, με αφετηρία την διακοσιοστή επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, θα γίνει καταγραφή των αιωνόβιων δένδρων της περιόδου της Επανάστασης. Η πρωτοβουλία αυτή που φανερώνει ενδιαφέρον, γνώση και φαντασία είναι ιδιαίτερα σημαντική και φανερώνει τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται σε άλλους Δήμους. Μεταξύ των δένδρων αυτών θα συμπεριληφθεί και ο σωζόμενος πλάτανος της ιστορικής πλατείας Συντάγματος του Ναυπλίου και θα σημανθεί με μεταλλικό επετειακό λογότυπο.

Η πλατεία αυτή ως γνωστόν το ΄21 ονομαζόταν Πλατεία Πλατάνου, όπως αναγράφεται και σε βαυαρικό σχέδιο του 1833, Place du Platane.

Ο υπάρχων  πλάτανος βρίσκεται στη βορειοδυτική γωνία της πλατείας Συντάγματος και σε άμεση σχέση με το Αρχαιολογικό Μουσείο και τη γνωστή οικία «Βίγγα», όπου βρισκόταν η οικία του Θεόδωρου και του Γενναίου Κολοκοτρώνη.

Το δένδρο αυτό έχει κηρυχθεί διατηρητέο για ιστορικούς λόγους. Ο ιστορικός πλάτανος της πόλης του Ναυπλίου της Β΄ Τουρκοκρατίας είναι συνδεδεμένος με κρίσιμα ιστορικά γεγονότα κατά την Ελληνική Επανάσταση.

Η παλιά κάτω πόλη του Ναυπλίου και η πλατεία διαμορφώθηκαν κατά την Α΄ Ενετοκρατία, γύρω στα 1500 μ.Χ., όπου χτυπάει και σήμερα η καρδιά της πόλης, εδώ και πεντακόσια χρόνια, ονομαζόταν Φόρος. Κατά την Τουρκοκρατία σύμφωνα με τα Οθωμανοαραβικά πρότυπα, η πλατεία έπαυσε να λειτουργεί ως αγορά και λειτουργούσε ως χώρος της Διοίκησης, με το ληξιαρχείο, τις υπηρεσίες και το Σαράϊ.

Σύμφωνα με τους περιηγητές και τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του ΄21 είναι αντικειμενικά γνωστό, ότι ο μεγάλος πλάτανος της πλατείας δεν βρισκόταν στη βορειοδυτική γωνία, όπου βρίσκεται ο σημερινός πλάτανος, αλλά στο κέντρο της πλατείας Συντάγματος. Πρώτος το αναφέρει σαφώς και ευκρινώς, ένας οξυδερκής νέος Ιταλός φιλλέληνας, ο G. Pecchio (Πέκιο) που επισκέφθηκε το Άργος το 1825 μετά την καταστροφή του Ιμπραήμ αλλά και το Ναύπλιο και αναφέρει ότι ο φιλόξενος πλάτανος βρισκόταν στο κέντρο της πλατείας.

Ο Μ. Λαμπρυνίδης το 1898  αναφέρει ότι κάτω από τον πλάτανο υπήρχαν ξύλινα καθίσματα όπου κάθονταν οι αγωνιστές καθώς και βρύση, αναβρυτήριο. Κατά την Ελληνική Επανάσταση κάτω από τον πλάτανο συγκεντρώνονταν επίσης οι αναφορογράφοι, που συνέτασσαν διάφορα έγγραφα για τα αιτήματα των πολιτών προς την Διοίκηση στην επίσημη γλώσσα, σε μια δύσκολη εποχή, όταν οι περισσότεροι ήταν αγράμματοι (Ν. Γ. Τόμπρας, Οι Συμβολαιογράφοι, Ναύπλιο 2020, 61, 56).

Ο κ. Ν. Τόμπρας δημοσιεύει επίσης μία επιτυχημένη αυτοσχέδια αναπαράσταση των αναφορογράφων κάτω από τον πλάτανο κατά την Επανάσταση του ΄21, διά χειρός Γεωργίου Νικ. Προύντζου.

Αναφορά στον πλάτανο κάνει και ο Ν. Σπηλιάδης στα Απομνημονεύματά του, που αναφέρει ότι όταν ο Θ. Κολοκοτρώνης γύρισε με το άλογό του από τη συνέλευση (της Τροιζήνας) ανέβηκε σε μία πέτρα, κάτω από τον πλάτανο και μίλησε στους κατοίκους.

Αλλά την καλύτερη λιτή περιγραφή για τον πλάτανο μας δίνει στα Απομνημονεύματά του ο γλαφυρός και περιγραφικός καπετάνιος, αγωνιστής του 1821, Νικ. Κασομούλης, που είχε πολεμήσει και στο Μεσολόγγι. Μετά την Έξοδο του Μεσολογγίου στις 26 Απριλίου 1826, οι διασωθέντες αγωνιστές του Μεσολογγίου έφθασαν στο Ναύπλιο, όπου έγιναν δεκτοί, από την Κυβέρνηση Κουντουριώτη, με χαιρετιστήριους κανονιοβολισμούς από τους προμαχώνες. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, οι ήρωες του Μεσολογγίου ζητούσαν να πληρωθούν, χρήματα δεν υπήρχαν και έπρεπε να διοργανωθεί άμεσα και μία εκστρατεία κατά του Ιμπραήμ.

Στις συγκεντρώσεις που γίνονταν στην πλατεία του Πλατάνου για αρκετές ημέρες, με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων μίλησαν μεταξύ των άλλων ο Ιεροκήρυκας Καστόρχης, ο Π. Σούτσος και ο Γ. Γεννάδιος. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές συνέβη και το γνωστό περιστατικό με την κατατρεγμένη πάμπτωχη Ψωροκώσταινα (Πανωραία Χατζηκώστα) από το Αϊβαλί. Ο Κασομούλης αναφέρει επί λέξει για τον πλάτανο:«Ο Γεώργιος Γεννάδιος διδάσκαλος εδημηγόρησε εις μίαν από αυτάς τας ημέρας (8 Ιουνίου) εις τον Πλάτανον υπέρ εκστρατείας, αφού ο ίδιος συνεισέφερε πέντε λίρες, όπου είχεν… έκαμεν όλον τον λαόν και τους στρατιώτας να κλαίγουν δια την κατάστασιν της πατρίδος μας. Ο Πλάτανος ευρίσκετο εν τω μέσω της πλατείας και ήτο γύρωθεν κτισμένος και τούτο (το πεζούλι) ήταν το βήμα του ρήτορος».

Η σημαντική αυτή περιγραφή ζωντανεύει μπροστά μας πλήρως την εικόνα του ιστορικού Πλατάνου του ΄21. Οι ομιλητές χρησιμοποιούσαν τον κυκλικό κτιστό τοίχο γύρω από τον κορμό του πλάτανου, ως βήμα, όπως στην Αρχαία Αγορά, για να τους βλέπει το ακροατήριο και να ακούγονται καλύτερα. Ο περίβολος του πλατανου ήταν «το ρητορικό βήμα και η Πνύξ της νέας Ελλάδος», όπως αναφέρει το 1843 ο διδάσκαλος του Γυμνασίου Χαρ. Μπαμπούκης.

Ο πλάτανος όμως αυτός «εγήρασε και απέθανε», αλλά πότε ακριβώς κανείς δεν το αναφέρει. Ο Λαμπρυνίδης το 1898, με βάση την αναφορά του Μπαμπούκη το 1843, αναφέρει υποθετικά με ανακρίβεια ότι «ο πλάτανος είχε άρτι (προ ολίγου προ του 1843) ξηρανθεί».

Είναι αξιοσημείωτο ότι ο ιστορικός πλάτανος δεν εικονίζεται σε καμία γνωστή γκραβούρα και απεικόνιση της πλατείας.

Ως το 1826–1827 σύμφωνα με τις παραπάνω μαρτυρίες ο πλάτανος σίγουρα υπήρχε.

Ωστόσο μετά από δύο χρόνια περίπου το 1829, όπως προκύπτει από μία σπάνια, πρόσφατα γνωστή, απεικόνιση της πλατείας με την επιθεώρηση του αναδιοργανωμένου Τακτικού Στρατού από τον Ι. Καποδίστρια στην πλατεία Πλατάνου με την μπάντα, ο πλάτανος δεν εικονίζεται.

Το πιθανότερο προσβλήθηκε από κάποια ασθένεια και «ετελεύτησε». Έτσι μαζί με τον «θάνατο» και το κόψιμο του πλάτανου, το πιθανότερο το 1828–29, χάθηκε και το ρητορικό βήμα των επαναστατών του 1821. Άλλωστε την εποχή του Ι. Καποδίστρια δεν γίνονταν συγκεντρώσεις.

Οι πλατείες αποτελούν συνέχεια της Αρχαίας Αγοράς, όπου οι πολίτες έκαναν διάλογο και συζητούσαν δημόσια για την πόλη (ο νοών νοείτω). Ο ιστορικός όμως πλάτανος διατηρήθηκε στη μνήμη των αγωνιστών και παρά τη μετονομασία της πλατείας ως πλατεία Λουδοβίκου το 1843 (Δ. Βαρδουνιώτης, τοπ.εφ. Σύνταγμα 950 13.11.1912).

Χαρακτηριστική επίσημη ιστορική επίκληση για τον πλάτανο έγινε αρκετά χρόνια αργότερα στις 13 Μαϊου 1843 στο λόγο που εκφώνησε ο καθηγητής του Γυμνασίου Χαρ. Παμπούκης στην πλατεία μπροστά σε πλήθος κόσμου, κατά την τελετή μεταφοράς των οστών του Δημ. Υψηλάντη από τον Άγιο Γεώργιο και την εναπόθεσή τους στην πλατεία του Πλατάνου, στο λαμπρό ταφικό νεοκλασικό μνημείο, που είχε αρχικά ιδρυθεί μπροστά στο τζαμί – Τριανόν και το αλληλοδιδακτικό σχολείο με τα ακόλουθα λόγια: «Σοι ω φίλε πλάτανε, παρακατατιθέμεθα ταύτα ανδρός αγαθού λείψανα: Πλάτανε, ω πλάτανε! μάρτυς της εν επαναστάσει εθνικής δόξης μας, αστυγείτων εφέστιε του Βουλευτικού και Εκτελεστικού μας, ρητορικόν βήμα και Πνύξ της νέας Ελλάδος, ω  πλάτανε! ούτως, ως οι άνδρες του αγώνος, εγήρασες και σύ και απέθανες, αλλά δεν εμηδενίσθης διόλου, διότι, ως η νεολαία της Ελλάδος, ανεβλάστησαν περί σε ούτοι οι νεόφυτοι πλατανίσκοι…» (Λαμπρυνίδης, Ναυπλία, 1975, 330).

Από την παραπάνω αποστροφή του Χαρ. Μπαμπούκη, προκύπτει ότι, μετά από τον «θάνατο» του πλατάνου, φύτρωσαν από τις ρίζες του νέοι πλατανίσκοι, που συμβολίζουν την αναγέννηση της νέας Ελλάδος, όπως η νεολαία που παρίστατο κατά την τελετή μαζί με πλήθος κόσμου.

Οι νέοι μικροί πλάτανοι που φύτρωσαν από τον παλιό γερο-πλάτανο θύμιζαν στους κατοίκους τον παλιό ιστορικό πλάτανο. Αυτό που έχει σημασία είναι ο ιστορικός συμβολισμός της συνέχειας και ο υπάρχων πλάτανος ορθώς έχει κηρυχθεί διατηρητέος.

Ο Λαμπρυνίδης αναφέρει ότι το 1898 υπήρχαν ακόμη μικροί πλατανίσκοι.

Σε παλιά φωτογραφία εικονίζονται στις αρχές του 20ου αι. δύο μεγάλοι πλάτανοι σε συμμετρικές θέσεις στη δυτική πλευρά της πλατείας, ο υπάρχων και ένας ακόμα μεγαλύτερος στην αντίστοιχη νοτιότερη θέση, που δεν σώζεται πλέον.

Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι τα δύο νέα πλατάνια να μεταφυτεύθηκαν σε κατάλληλες συμμετρικές θέσεις χωρίς να δημιουργούν τυχόν εμπόδια σε τελετές, παρελάσεις, συγκεντρώσεις κ.λ.π. και τα υπόλοιπα αφαιρέθηκαν.

Όμως ο δεύτερος πλάτανος που φυτεύτηκε αυθαίρετα πριν από χρόνια στα ανατολικά της πλατείας δημιουργεί σύγχυση στους πολίτες, ενώ μαζί με το μεγάλο φοίνικα σε άμεση σχέση με το Τζαμί – Τριανόν δημιουργούν σοβαρότατη αισθητική βλάβη και κακοποιούν το μνημείο.

Αλλά και ο μεγάλος φίκος μπροστά από την Τράπεζα, παρά το ότι κλαδεύτηκε πρόσφατα, κακοποιεί αισθητικά την ιστορική πλατεία και το μνημείο της Παπαλεξοπούλου. Πρέπει το συντομότερο δυνατόν τα δένδρα αυτά να απομακρυνθούν από τη δημοτική αρχή.

Κανένα άλλο μεγάλο δέντρο, εκτός από τον πλάτανο, δεν έχει θέση στην πλατεία.

Αλλά και στην πλατεία Φιλελλήνων με το μοναδικό ιστορικό μνημείο του ΄21, τοπόσημο της πόλης, που ίδρυσε το 1903 ο γνωστός ευπατρίδης Ν. Κωτσάκης, απόγονος από το σόι την μητέρας του Θ.Κολοκοτρώνη, ο μεγάλος φίκος και τα δύο πλατάνια κακοποιούν την πόλη και τα κτήρια και πρέπει να απομακρυνθούν. Επίσης ο μεγάλος κορμός της ελιάς, που μεταφυτεύθηκε πρόσφατα αυθαίρετα, δημιουργεί σοβαρή αισθητική βλάβη στο μνημείο των Φιλελλήνων του 1821 και πρέπει να μεταφερθεί σε άλλο κατάλληλο χώρο. Ο περιβάλλων χώρος του μνημείου για αισθητικούς λόγους πρέπει να παραμείνει ελεύθερος (σε μια προστατευόμενη ιστορική πόλη δεν προχειρολογούμε ούτε αυτοσχεδιάζουμε).

Ο,η πλάτανος είναι ενδημικό δέντρο, απαντάται συχνά και ως τοπωνύμιο, Πλάτανος, Πλατάνα, Πλατανιστός και φύεται στις πλατείες, τις βρύσες και τις ρεματιές. Είναι συνδεδεμένος με παραδόσεις από τα αρχαία αλλά και τα νεότερα χρόνια, με ιστορικά γεγονότα και τραγούδια. Ενδεικτικά αναφέρουμε την μεγάλη πλάτανο στο αρχαίο Ασκληπιείο στην Κω, αλλά και τον Πλατανιστά, με τα πολλά πλατάνια, της αρχαίας Σπάρτης που αναφέρει ο Παυσανίας. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή στο διάλογο του Πλάτωνα «Φαίδρος», όπου ο Σωκράτης συζητεί με το Φαίδρο περί έρωτος, στην όχθη του Ιλισσού, κάτω από ένα βαθύσκιο πλατάνι, την πλατάνα όπως έλεγε ο Ι. Θεοδωαρακόπουλος ο καθηγητής, ακαδημαϊκός της Φιλοσοφίας, με τα τζιτζίκια μέσα στην ζέστη από πάνω να τραγουδούν ασταμάτητα (εν τω πνίγει υπέρ κεφαλής ημίν οι τέττιγες άδοντες), μία αιώνια χαρακτηριστική σκηνή της ελληνικής φύσης.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σε πλατάνια που βρίσκονταν σε καίριες θέσεις γίνονταν εκτελέσεις δι’ απαγχονισμού, με τη γνωστή κρεμάλα. Κατά την κατάληψη της Τριπολιτσάς στις 23-9-1821, ο Θ. Κολοκοτρώνης διέταξε να κόψουν τον πλάτανο που βρισκόταν στο παζάρι, όπου οι Τούρκοι είχαν κρεμάσει πολλούς Έλληνες κατά την Τουρκοκρατία («όταν εμβήκα εις την Τροπολιτσά, με έδειξαν τον πλάτανο εις το Παζάρι όπου κρέμαζαν τους Έλληνας. Αναστέναξα και είπα: Άιντε πόσοι από το σόγιμου και από το έθνος μου εκρεμάστηκαν εκεί», «Διεταξα και τον έκοψα»). Στο μεγάλο πλάτανο κοντά στο γεφύρι της Άρτας, ο Αλή πασάς, είχε κάνει πολλές εκτελέσεις δι΄ απαγχονισμού. Γνωστά είναι επίσης ιστορικά τραγούδια, όπως “Στης Αρκαδιάς τον πλάτανο”  και το ακόλουθο: «Τί έχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος…../ παιδιά μ’ σαν με ρωτήσατε, να σας το μολογήσω/ Μπραϊμ (ή Αλή) πασάς επέρασε με δεκαοχτώ χιλιάδες/ κι’ όλοι στον ίσκιο μ΄έκατσαν, εκάτσαν στη δροσιά μου/ και στο σημάδι μ΄ έβαλαν, κι όλοι με ντουφεκίσαν…».

Η διαδεδομένη φράση «χαιρέτα μας τον πλάτανο», που είναι στην επικαιρότητα από το ομώνυμο σήριαλ, έχει την αφετηρία της από τον τούρκικο μεντρεσέ στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας, όπου στα χρόνια του Όθωνα λειτουργούσε ως φυλακή καταδίκων και στην εσωτερική αυλή υπήρχε ένας μεγάλος πλάτανος. Όσοι από τους καταδίκους δεν εκτελούνταν και απελευθερώνονταν έλεγαν τη φράση «χαιρέτα μας τον πλάτανο», η οποία στην πορεία ανέκτησε διαφορετικό αρνητικό νόημα.

Εκτός όμως από τον ιστορικό πλάτανο της πλατείας στην πόλη του Ναυπλίου στα Πέντε Αδέλφια υπήρχε η αιωνόβια χουρμαδιά τ’ Αναπλιού, ο φοίνικας, το παλαιότερο σωζόμενο δένδρο της πόλης που είχε συνδεθεί με τον Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια. Τη νύχτα της 13ης Δεκεμβρίου 2008, σε μία θύελλα, λόγω παλιού χτυπήματος στον κορμό, κόπηκε το ανώτερο τμήμα του. Σήμερα σώζεται κολοβομένο το κατώτερο τμήμα του φοίνικα στην οικία του ποιητή της πόλης Θ. Κωστούρου. (Χ. Πιτερός, Η Χουρμαδιά τ’ Αναπλιού, Ναυπλιακά Ανάλεκτα, 2009, 191).

Στην ανατολική πλευρά εκτός των τειχών της πόλης το ΄21  υπήρχαν μεγάλες λεύκες που δεν σώζονται. Μία λεύκα εικονίζεται στην απεικόνιση των ανατολικών τειχών από την Γαλλική Expedition Scientifique de Moree, καθώς και σε σχέδιο του τέλους του 19ου αι. Στη πόλη δεν σώζεται, εκτός από τον κορμό του Φοίνικα, στα Πέντε Αδέλφια, κανένα άλλο δένδρο του ΄21. Η Αγριελιά στην Παναγίτσα, διατηρητέο μνημείο, είναι το πιθανότερο νεότερο δένδρο.

ΥΓ. Ευχαριστώ θερμά το συμβολαιογράφο Νικ. Γ. Τόμπρα και τον Γ. Καρατάσο.

Οι υπεύθυνοι της Δημοτικής Αρχής πρέπει να απομακρύνουν το συντομότερο όλα τα μεγάλα δένδρα που κακοποιούν τις δύο ιστορικές πλατείες και την πόλη. Ο νοών νοείτω. Η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων είχε ζητήσει εγγράφως να απομακρυνθούν τα τρία μεγάλα δένδρα από την ιστορική πλατεία, αλλά οι υπεύθυνοι του Δήμου «αγρόν ηγόρασαν».

Ο Χρήστος Πιτερός είναι αρχαιολόγος, πρώην αναπληρωτής διευθυντής της Δ’ ΕΠΚΑ και είναι μέλος του Δ.Σ. του Ιδρύματος Ι. Καποδίστρια.

Πρόσθετες Πληροφορίες

225

Έκθεση εικόνων